Κυριακή 10 Σεπτεμβρίου 2023

Φεμινίστριες και «κοινωνικό φύλο»

 

     Ο αγώνας ενάντια στις διακρίσεις και οι πολιτικές αναταράξεις στις ΗΠΑ στη δεκαετία του ’60 θα επηρεάσουν και την έρευνα στο χώρο της ιστορίας, ανάμεσά της και την «αποκλεισμένη» ιστοριογραφικά μέχρι τότε κοινότητα των γυναικών[1].Η αμφισβήτηση της θετικιστικής αντίληψης για την «αντικειμενική αλήθεια» σε συνδυασμό με τις αναζητήσεις της κοινωνικής ιστορίας θα στρέψει το ενδιαφέρον στη μελέτη της ιστορικής εμπειρίας των γυναικών εξετάζοντας τις διάφορες όψεις της καθημερινότητάς της (οικογένεια, μητρότητα, αναπαραγωγή), αναδεικνύοντας νέα ζητήματα και συμβάλλοντας  στην ανάπτυξη του φεμινιστικού κινήματος. Αυτό όμως θα οδηγήσει εντέλει στην περιχαράκωση των γυναικείων σπουδών και στην περιθωριοποίηση των εκπροσώπων της  από  την κοινότητα των ιστορικών[2].

    Από τα μέσα όμως της δεκαετίας του ’70  φεμινίστριες ιστορικοί θα προχωρήσουν  στην άρθρωση ενός διαφορετικού λόγου εισάγοντας στον επιστημονικό λόγο τον όρο gender («κοινωνικό φύλο»)[3], η χρήση του οποίου θα γενικευθεί κατά τα επόμενα χρόνια. Η εισαγωγή του όρου αυτού θα μετατοπίσει τη συζήτηση από το sex  («βιολογικό φύλο») και την ιστορία των γυναικείων εμπειριών, στο φύλο ως πολιτισμική κατασκευή, στη σημασία της  οργάνωσης της σχέσης ανάμεσα στα δύο φύλα, εστιάζοντας έτσι στην κοινωνική διάσταση των διακρίσεων με βάση το φύλο[4].

      Παρόλο που κοινός στόχος των φεμινιστριών ιστορικών ήταν να καταδείξουν τις αναπαραστάσεις  υποτέλειας των γυναικών, η θεώρηση αυτή έρχεται σε καταφανή αντίθεση με την επικρατούσα μέχρι τότε μελέτη της βιωμένης γυναικείας εμπειρίας. Απορρίπτοντας  εξολοκλήρου το βιολογικό ντετερμινισμό που θεωρούσε την ιστορία των γυναικών απότοκο της φύσης και όχι των πολιτισμικών επιβολών, οι ιστορικοί του κοινωνικού φύλου υποστηρίζουν ότι οι βιολογικές διαφορές χρησιμοποιούνται  για την επιβολή εξουσιαστικών σχέσεων. Η «γυναίκα», μια βιολογικά αμετάβλητη κατηγορία,  χρησιμοποιείται για τη νομιμοποίηση σχέσεων κυριαρχίας που όμως υπόκειται σε αλλαγές σε διαφορετικά κοινωνικοπολιτισμικά περιβάλλοντα[5].

     Η χρήση του όρου επομένως από τις φεμινίστριες-ιστορικούς αποσκοπεί στη μετατόπιση της συζήτησης από τις γυναίκες αποκλειστικά στη μελέτη και των δύο φύλων, καθώς θεωρούν ότι δεν μπορεί να κατανοηθεί το ένα χωρίς το άλλο. Η ουδετερότητα του όρου συμβάλλει στην αναψηλάφηση των γνωστικών πεδίων και την προσθήκη νέων, χωρίς να υιοθετούν εκ προοιμίου την οπτική της υποτελούς στην ανδρική κυριαρχία γυναίκας. Με αυτόν τον τρόπο, αποφεύγοντας  τη σύνδεση της «γυναικείας οπτικής» με τον ακραίο φεμινισμό, επιτυγχάνουν την πολυπόθητη αποδοχή του επιστημονικού τους έργου από την ακαδημαϊκή  κοινότητα[6].

      Με το «κοινωνικό φύλο» οι φεμινίστριες ιστορικοί ενσωματώνουν την ιστορία των γυναικών στη  γενική (ανδροκεντρική) ιστορία, αναγνωρίζοντας την ανάγκη να μελετηθούν όχι μόνο οι σχέσεις μεταξύ γυναικών και ανδρών αλλά και οι επιπτώσεις των ανδρικών σχέσεων πάνω στις γυναίκες και ανάμεσα στις γυναίκες[7].  Η πληθώρα ωστόσο  των προσεγγίσεων για την ανάλυση του φύλου αναδεικνύει την αδυναμία να ερμηνευτούν τόσο το παρελθόν όσο και το παρόν των ανισοτήτων στις έμφυλες σχέσεις, αλλά και την ανάγκη επαναπροσδιορισμού των αναλυτικών μεθόδων ή ζητημάτων, χωρίς αναγκαστικά να απορρίπτεται οποιαδήποτε κατάκτηση από τις μελέτες του παρελθόντος[8].

     Συμπερασματικά, θα λέγαμε ότι η εισαγωγή του «κοινωνικού φύλου» στον επιστημονικό διάλογο απελευθέρωσε τις φεμινίστριες από τα αδιέξοδα στα οποία είχαν περιέλθει. Επικεντρώνοντας στους τρόπους με τους οποίους κατασκευάζονται οι έμφυλες ταυτότητες και ανοίγοντας νέα πεδία έρευνας έθεσαν τις βάσεις για τη διεύρυνση και την πραγμάτωση  της θεμελιακής απαίτησης, της πολιτικής και κοινωνικής ισότητας ανάμεσα στα φύλα.

 

Βιβλιογραφία

·         Μποκ Γκιζέλα, «Ιστορία των γυναικών και ιστορία του φύλου: όψεις μιας διεθνούς συζήτησης», στο, Έφη Αβδελά και Αγγέλικα Ψαρρά (επιμ.), Σιωπηρές ιστορίες: γυναίκες και φύλο στην ιστορική αφήγηση, Αθήνα: εκδ. Αλεξάνδρεια, 1997, σ.411-450.

·         Noiriel Gerard, Τι είναι η σύγχρονη ιστορία;, Αθήνα: Gutenberg, 2005.

·         Σκοτ Tζόουν Ουόλακ, «Το φύλο: μια χρήσιμη κατηγορία της ιστορικής ανάλυσης», στο, Έφη Αβδελά και Αγγέλικα Ψαρρά (επιμ.), Σιωπηρές ιστορίες: γυναίκες και φύλο στην ιστορική αφήγηση, Αθήνα: εκδ. Αλεξάνδρεια, 1997, σ.285-327.

·         Φουρναράκη Ελένη, «Το σύγχρονο εγχείρημα της ιστορίας των γυναικών. Πτυχές μιας μετατόπισης προς μια ιστορία της σχέσης των φύλων», π. Μνήμων, τόμος 19 (1997), σ.186-199.

 



[1] Gerard Noiriel, Τι είναι η σύγχρονη ιστορία;, Αθήνα: Gutenberg, 2005, σ.180-182.

[2] Ελένη Φουρναράκη, «Το σύγχρονο εγχείρημα της ιστορίας των γυναικών. Πτυχές μιας μετατόπισης προς μια ιστορία της σχέσης των φύλων», π. Μνήμων, τόμος 19 (1997), σ. 188,194-195.

[3] Γκιζέλα Μποκ, «Ιστορία των γυναικών και ιστορία του φύλου: όψεις μιας διεθνούς συζήτησης», στο, Έφη Αβδελά και Αγγέλικα Ψαρρά (επιμ.), Σιωπηρές ιστορίες: γυναίκες και φύλο στην ιστορική αφήγηση, Αθήνα: εκδ. Αλεξάνδρεια, 1997, σ. 418.

[4] Tζόουν Ουόλακ Σκοτ, «Το φύλο: μια χρήσιμη κατηγορία της ιστορικής ανάλυσης», στο, Έφη Αβδελά και Αγγέλικα Ψαρρά (επιμ.), Σιωπηρές ιστορίες, ό.π., σ.288.

[5] Ελένη Φουρναράκη, «Το σύγχρονο…,ό.π.,σ.190-191,194, και Γκιζέλα Μποκ, «Ιστορία των…,ό.π.,σ.421-427, Gerard Noiriel, Τι είναι…,ό.π.,σ.187.

[6] Tζόουν Ουόλακ Σκοτ, «Το φύλο:…,ό.π.,σ.289-292.

[7] Γκιζέλα Μποκ,«Ιστορία…,ό.π.,σ.428-429.

[8]Για τις θεωρητικές προσεγγίσεις στο, Tζόουν Ουόλακ Σκοτ, «Το φύλο:…,ό.π.,σ.295-306 και σ.307-308.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.